υπολίμνιο

υπολίμνιο
το, Ν
το κατώτερο στρώμα τού νερού σε μια λίμνη ή σε έναν ταμιευτήρα, το οποίο κατά τη διάρκεια τού καλοκαιριού στις εύκρατες περιοχές έχει θερμοκρασία μικρότερη από τη θερμοκρασία τών επιφανειακών νερών.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. hypolimnion (< υπ[ο]-* + λίμνη + επίθημα -ιο[ν])].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • επιλίμνιο — Μία από τις τρεις ζώνες στις οποίες χωρίζονται κατακόρυφα τα νερά των λιμνών. Η πρώτη, η ανώτερη ζώνη, είναι εκείνη όπου το νερό κυκλοφορεί αρκετά, ενώ το οξυγόνο βρίσκεται σε ποσότητες που ευνοούν τη ζωή και το φως· τόσο από άποψη ποιότητας όσο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”